Μια συνάντηση με πολλά ερωτηματικά

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

 

Γράφει ο Χρήστος Λουτράδης,
Επιχειρηματίας

Αν κάποιος είναι θιασώτης του βρετανικού φλέγματος ή έστω επιρρεπής στο δηλητηριώδες χιούμορ και την ειρωνεία, θα μπορούσε να συνηγορήσει ότι η τελευταία συνάντηση ανάμεσα στον Έλληνα Πρωθυπουργό και τον Τούρκο Πρόεδρο αποτελεί ακόμη μια επανάληψη στην σαπουνόπερα που λαμβάνει χώρα τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στους ηγέτες των δύο χωρών. Σαπουνόπερα, με αρκετά στοιχεία δράματος, απογοήτευσης, αλλά και θρίλερ. Μόνο που το σενάριο όταν επαναλαμβάνεται, χωρίς καμία αλλαγή, τείνει να καταστεί γραφικό.

Η τελευταία συνάντηση ανάμεσα στον Ερντογάν και τον Κ. Μητσοτάκη, δυστυχώς, κινδυνεύει να ενταχθεί στο ίδιο διπλωματικό μοτίβο. Άλλη μια συνάντηση που στηρίχθηκε πάνω στο ίδιο ευχολογιο, αλλά και στις ίδιες διπλωματικά διατυπωμένες επιδιώξεις για ήρεμα νερά και μια νέα αρχή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μια νέα αρχή που επαναλαμβάνεται συνεχώς εδώ και δεκαετίες και οδηγεί σε απογοητεύσεις ή ήπιας ισχύος κρίσεις ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα.

Η τελευταία συνάντηση ανάμεσα στους δύο ηγέτες αν και μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο αυτό, εμπεριέχει μια λεπτομέρεια που θα πρέπει να μας βάζει σε υποψίες. Την διακριτική, μέχρι και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, εμπλοκή του διεθνούς παράγοντα και ειδικότερα των Ηνωμένων Πολιτειών, που φαίνεται ότι επιθυμούν την διατήρηση του θετικού μομέντουμ ανάμεσα στις δύο χώρες, με προφανή στόχευση την μετατροπή της καλής συγκυρίας σε έναν διάλογο που θα οδηγήσει σε απτά αποτελέσματα, μετά από δεκαετίες στασιμότητας ανάμεσα στις σχέσεις των δύο κρατών.

Και εδώ είναι που αρχίζουν τα δύσκολα ή έστω εδώ είναι που ξεκινάει μια περίοδος με πολλά ερωτηματικά, για ένα ζήτημα που απαιτεί καθαρές λύσεις και κυρίως δεν επιτρέπει νεφελώδεις διατυπώσεις ή υποσημειώσεις που θα επιτρέψουν στο μέλλον πολλαπλές αναγνώσεις από καλόπιστους ή και μη.

Για αυτόν τον λόγο, ο εν εξελίξει διάλογος αποτελεί ένα γεγονός κομβικής, ίσως και ιστορικής, σημασίας για το μέλλον των δεσμών μας με τη γείτονα, αλλά και την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή, οι οποίες και θα διαμορφωθούν εν κινήσει κατά την διάρκεια του εξαγγελλόμενου διαλόγου. Ένας διάλογος, όμως, ειδικά όταν ενδέχεται να επιβάλλει κομβικής σημασίας τετελεσμένα για το μέλλον της πατρίδα μας, απαιτεί ανοιχτές διαδικασίες και ειλικρίνεια που μπορεί να διεξαχθεί, παραλλήλως αυτήν την φορά, με την ίδια την κοινωνία. Αν η συνομιλία με την κοινωνία δεν διεξαχθεί, δεν θα αποτελεί μοναχά ένδειξη αλαζονείας, απόρροια ίσως και του τελευταίου εκλογικού αποτελέσματος, αλλά και το καλλιεργητικό υλικό που θα οδηγήσει στην τερατογένεση των νέων “τουρκοφάγων”, με ότι αυτό συνεπάγεται για την δημοκρατική ποιότητα του πολιτικού μας συστήματος. Και αυτό θα είναι ασυγχώρητο.

Μοιραστείτε το…