Γράφει ο Νεκτάριος Καλαντζής, υποψήφιος Βουλευτής Ανατολικής Αττικής με τη Νέα Δημοκρατία
και Πρόεδρος των Ευρωπαίων Νέων Αυτοδιοικητικών
Ο Δήμος Αχαρνών, ο μεγαλύτερος σε πληθυσμό Δήμος της Ανατολικής Αττικής, έχει τεράστιες αναπτυξιακές δυνατότητες. Τόσο η μεγάλη του ιστορία, όσο και η σημαντική του θέση, δημιουργούν το μείγμα για την ταχεία ανάπτυξη του. Ένα από τα μεγάλα του πλεονεκτήματα είναι πως γειτνιάζει με το πρώην βασιλικό Κτήμα Τατοΐου, μια περιοχή που θυμίζει αλπικό τοπίο, με σπάνια χλωρίδα και πανίδα, όπου έχει ταλαιπωρηθεί από τις τελευταίες πυρκαγιές στο βουνό της Πάρνηθας.
Το κτήμα μετά από παλαιότερες παλινωδίες, πλέον βρίσκεται σε τροχιά αξιοποίησης και αναγέννησης, προκειμένου να είναι επισκέψιμο, όπως συμβαίνει με αντίστοιχα βασιλικά κτήματα στον Δυτικό Κόσμο.
Αν και τυπικά δεν ανήκει στον Δήμο Αχαρνών, η ιστορική και διαχρονική σύνδεση του Κτήματος με το Μενίδι έχει να προσδώσει τα επόμενα χρόνια, πολλά οφέλη στην πόλη.
Οι χιλιάδες άνθρωποι που θα το επισκέπτονται όλο τον χρόνο και θα μπορούν να αγοράζουν εκεί ακόμη και τοπικό κρασί, λάδι, βούτυρο ή μέλι, θα θαυμάζουν τους κήπους, τη φύση, τα ελάφια γιατί όχι, αλλά και τα παλιά αυτοκίνητα στους περιπάτους τους.
Το Μενίδι και οι Θρακομακεδόνες θα κερδίσουν πολλά από τη λειτουργία του Κτήματος στο Τατόι, αφού θα τονωθεί με αυτό τον τρόπο η επισκεψιμότητα στην πόλη, για καφέ, φαγητό ή ψώνια, θα γίνεται μια «στάση» στην πόλη από τους επισκέπτες και το Μενίδι θα μπορεί να αναγεννηθεί μέσα από την ίδια του την Ιστορία, που είναι μεγάλη, δημιουργώντας χώρους πρασίνου και ποδηλατοδρόμους μέσα στην πόλη, θεματικά μουσεία και χώρους τέχνης, αλλά και πεζόδρομους για περιπάτους.
Σε λίγα χρόνια δεν θα μπαίνει «κανείς» σαν τον «κλέφτη» στο Τατόι για περίπατο, όπως σήμερα από την είσοδο στο ύψος του Λεωνίδα, αλλά και από αυτή της Λεύκας, από ένα πεσμένο συρματόπλεγμα που ίσα χωράει ένας άνθρωπος, αλλά θα μπαίνει, όπως γίνεται σε επισκέψιμα Κτήματα στην Τοσκάνη ή στην Νότια Γαλλία.
Το κτίριο της Βασιλικής Επαύλης επιβλητικό, αν και το τυλίγει συρματόπλεγμα γύρω του. Έχει να διηγηθεί πολλές ιστορίες, από τα σαλόνια και τη βιβλιοθήκη του πρώτου ορόφου ως τα υπνοδωμάτια του δευτέρου και τη σοφίτα.
Η μπροστινή του πλευρά, με το Χάλκινο άγαλμα «Κοζάκος Κυνηγός» στην αυλή του που διασώθηκε και οι επιβλητικές σκάλες του κήπου προς το λιοντάρι, τη γούρνα, μπροστά στην πισίνα, τα κολονάκια που έχουν καταστραφεί και τον χώρο μπροστά που κάποτε ήταν γήπεδο τένις.
Σήμερα τα δέντρα εμποδίζουν τη συνοχή του τοπίου, η εγκατάλειψη πλήρης. Ο πύργος με το Ρολόι δεν υπάρχει πια, ενώ πιο κάτω το Διευθυντήριο με τις μεταλλικές φυτοδόχους, με το έμβλημα του Γεωργίου Α’ στην αυλή, όπου η μία φέρει σημάδια σφαιρών.
Το Δασονομείο, το κτίριο των αξιωματικών Φρουράς, ο σταθμός Χωροφυλακής, το εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο «Τατόϊον», με τα δωμάτια και τη σοφίτα που έκλεισε το 1936 και την παλιά αντλία της βενζίνης πιο μπροστά.
Το παλιό βουστάσιο, το ιπποστάσιο με την καμπάνα, το νέο βουστάσιο με τους ανεμοδείκτες σε σχήμα αγελάδας στην κορυφή, που σήμερα φιλοξενεί τα παλιά βασιλικά αυτοκίνητα. Το οινοποιείο με τα βαρέλια, το εμφιαλωτήριο και το βουτυροκομείο, ένα υψηλής αρχιτεκτονικής αισθητικής κτίριο, που πίσω του έχει το γκαράζ του φορτηγού του κτήματος, το γαλακτοκομείο και το ελαιοτριβείο, έδιναν έσοδα στο Κτήμα για τις ανάγκες του και κάλυπταν πολλά από τα έξοδά του.
Στο δρόμο με τα κυπαρίσσια προς το Παλαιόκαστρο και τους βασιλικούς τάφους, έχοντας στο αριστερό του χέρι κάποιος, το μεγάλο λιβάδι, στην ανηφόρα φθάνεις στο Ιερό Ναό της Αναστάσεως του 1899 και τους βασιλικούς τάφους από πεντελικό μάρμαρο, διάσπαρτους τριγύρω ανάμεσα στα κυπαρίσσια και το βασιλικό Μαυσωλείο.
Το Κτήμα Τατοΐου δεν αξίζει την εγκατάλειψη, αλλά την ανάδειξη, που θα φέρει τεράστια ανάπτυξη στο Μενίδι, με παράλληλη προστασία του πανέμορφου Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας. Μια σπάνια φύση που όλοι οφείλουμε να προστατεύσουμε.